Το 1936, η Ελλάδα του Ιωάννη Μεταξά, αρνήθηκε να συνεχίσει την εξυπηρέτηση του δανείου που είχε συνάψει με τη βελγική τράπεζα Societe Commerciale de Belgique.
Η κυβέρνηση του Βελγίου προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο του Διεθνούς δικαίου, που είχε ιδρύσει η Κοινωνία των Εθνών, κατηγορώντας την Ελλάδα ότι αθετεί τις διεθνείς της υποχρεώσεις. Η Ελλάδα απάντησε ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις δανειακές της υποχρεώσεις, διότι δεν μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την κατάσταση του Λαού και της χώρας!
Στο υπόμνημά της, η Ελληνική κυβέρνηση έλεγε σε γενικές γραμμές ότι:
"Η Κυβέρνηση της Ελλάδος, ανήσυχη για τα ζωτικά συμφέροντα του Ελληνικού λαού και για τη διοίκηση, την οικονομική ζωή, την κατάσταση της υγείας και την εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια της χώρας, δεν θα μπορούσε να προβεί σε άλλη επιλογή. Όποια κυβέρνηση κι αν ήταν στην θέση της, θα έκανε το ίδιο"
(Yearbook of the International Law Commission, 1980,v.l.,σελ 158).Το επιστέγασμα ήρθε με το υπόμνημα που κατέθεσε στο Διεθνές Δικαστήριο ο νομικός εκπρόσωπος της Ελληνικής κυβέρνησης το 1938, όπου τόνισε τα αυτονόητα:...
Ενίοτε μπορεί να υπάρξει μια έκτακτη κατάσταση «η οποία κάνει αδύνατο για τις Κυβερνήσεις να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς τους δανειστές και προς τον λαό τους: οι πόροι της χώρας είναι ανεπαρκείς για να εκπληρώσουν και τις δυο υποχρεώσεις ταυτόχρονα. Είναι αδύνατο να πληρωθεί το χρέος και την ίδια ώρα να παρασχεθεί στον λαό η κατάλληλη διοίκηση και οι εγγυημένες συνθήκες για την ηθική, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Το οδυνηρό πρόβλημα προκύπτει όταν πρέπει να επιλέξει κανείς ανάμεσα στα δυο καθήκοντα. Το ένα πρέπει να υποχωρήσει έναντι του άλλου. Ποιο πρέπει να είναι αυτό;…
Η Θεωρία αναγνωρίζει σʼ αυτό το ζήτημα ότι το καθήκον μιας Κυβέρνησης να εξασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία των βασικών δημόσιων υπηρεσιών υπερτερεί έναντι της πληρωμής των χρεών της. Από κανένα Κράτος δεν απαιτείται να εκπληρώσει, μερικά ή συνολικά, τις χρηματικές του υποχρεώσεις αν αυτό θέτει σε κίνδυνο τη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών του και έχει σαν αποτέλεσμα την αποδιοργάνωση της διοίκησης της χώρας. Στην περίπτωση όπου η πληρωμή του χρέους του θέτει σε κίνδυνο την οικονομική ζωή ή τη διοίκηση, η Κυβέρνηση είναι, κατά τους συγγραφείς, υποχρεωμένη να διακόψει ή ακόμη και να μειώσει την εξυπηρέτηση του χρέους» (στο ίδιο). Το Διεθνές Δικαστήριο αποδέχτηκε το σκεπτικό αυτό και δικαίωσε την Ελλάδα, δημιουργώντας νομικό προηγούμενο που χρησιμοποίησαν πολλές χώρες τα κατοπινά χρόνια. Μια από αυτές ήταν και η Αργεντινή το 2003, όταν η κυβέρνηση του Νέστορ Κίχνερ επέλεξε, έναντι της εξαθλίωσης του λαού που επέβαλλαν τα προγράμματα του ΔΝΤ, να διαγράψει μονομερώς το μεγαλύτερο μέρος του δημόσιου χρέους.
Η κυβέρνηση του Βελγίου προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο του Διεθνούς δικαίου, που είχε ιδρύσει η Κοινωνία των Εθνών, κατηγορώντας την Ελλάδα ότι αθετεί τις διεθνείς της υποχρεώσεις. Η Ελλάδα απάντησε ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις δανειακές της υποχρεώσεις, διότι δεν μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την κατάσταση του Λαού και της χώρας!
Στο υπόμνημά της, η Ελληνική κυβέρνηση έλεγε σε γενικές γραμμές ότι:
"Η Κυβέρνηση της Ελλάδος, ανήσυχη για τα ζωτικά συμφέροντα του Ελληνικού λαού και για τη διοίκηση, την οικονομική ζωή, την κατάσταση της υγείας και την εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια της χώρας, δεν θα μπορούσε να προβεί σε άλλη επιλογή. Όποια κυβέρνηση κι αν ήταν στην θέση της, θα έκανε το ίδιο"
(Yearbook of the International Law Commission, 1980,v.l.,σελ 158).Το επιστέγασμα ήρθε με το υπόμνημα που κατέθεσε στο Διεθνές Δικαστήριο ο νομικός εκπρόσωπος της Ελληνικής κυβέρνησης το 1938, όπου τόνισε τα αυτονόητα:...
Ενίοτε μπορεί να υπάρξει μια έκτακτη κατάσταση «η οποία κάνει αδύνατο για τις Κυβερνήσεις να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς τους δανειστές και προς τον λαό τους: οι πόροι της χώρας είναι ανεπαρκείς για να εκπληρώσουν και τις δυο υποχρεώσεις ταυτόχρονα. Είναι αδύνατο να πληρωθεί το χρέος και την ίδια ώρα να παρασχεθεί στον λαό η κατάλληλη διοίκηση και οι εγγυημένες συνθήκες για την ηθική, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Το οδυνηρό πρόβλημα προκύπτει όταν πρέπει να επιλέξει κανείς ανάμεσα στα δυο καθήκοντα. Το ένα πρέπει να υποχωρήσει έναντι του άλλου. Ποιο πρέπει να είναι αυτό;…
Η Θεωρία αναγνωρίζει σʼ αυτό το ζήτημα ότι το καθήκον μιας Κυβέρνησης να εξασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία των βασικών δημόσιων υπηρεσιών υπερτερεί έναντι της πληρωμής των χρεών της. Από κανένα Κράτος δεν απαιτείται να εκπληρώσει, μερικά ή συνολικά, τις χρηματικές του υποχρεώσεις αν αυτό θέτει σε κίνδυνο τη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών του και έχει σαν αποτέλεσμα την αποδιοργάνωση της διοίκησης της χώρας. Στην περίπτωση όπου η πληρωμή του χρέους του θέτει σε κίνδυνο την οικονομική ζωή ή τη διοίκηση, η Κυβέρνηση είναι, κατά τους συγγραφείς, υποχρεωμένη να διακόψει ή ακόμη και να μειώσει την εξυπηρέτηση του χρέους» (στο ίδιο). Το Διεθνές Δικαστήριο αποδέχτηκε το σκεπτικό αυτό και δικαίωσε την Ελλάδα, δημιουργώντας νομικό προηγούμενο που χρησιμοποίησαν πολλές χώρες τα κατοπινά χρόνια. Μια από αυτές ήταν και η Αργεντινή το 2003, όταν η κυβέρνηση του Νέστορ Κίχνερ επέλεξε, έναντι της εξαθλίωσης του λαού που επέβαλλαν τα προγράμματα του ΔΝΤ, να διαγράψει μονομερώς το μεγαλύτερο μέρος του δημόσιου χρέους.
Κυβέρνηση των πιστωτών
Το ερώτημα που απέφυγαν να απαντήσουν οι εισηγήτριες στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όπως αποφεύγουν καιρό τώρα να απαντήσουν και όλοι οι υποστηριχτές του μνημονίου, είναι το εξής: Όταν μια χώρα βρεθεί μπροστά στο δίλημμα να μην μπορεί να ικανοποιήσει ταυτόχρονα τις πιο βασικές και άμεσες ανάγκες της μεγάλης πλειονότητας των πολιτών της και τις απαιτήσεις των δανειστών της, τότε τι προέχει για την κυβέρνηση αυτής της χώρας; Οι ανάγκες της χώρας και των πολιτών της ή οι απαιτήσεις των δανειστών της; Η τωρινή κυβέρνηση (όπως και η προηγούμενη) απάντησε στο δίλημμα αυτό προτάσσοντας τις απαιτήσεις των δανειστών. Κι αυτό δεν είναι ούτε ηθικό ούτε δίκαιο. Κι αυτό γιατί καμία κυβέρνηση δεν νομιμοποιείται να θυσιάζει τον λαό και τη χώρα της, προκειμένου να εξυπηρετηθούν αλλότρια συμφέροντα. Όχι μόνο με βάση το Σύνταγμα και το δίκαιο της χώρας, αλλά και με βάση το διεθνές δίκαιο. Και το λέμε αυτό γιατί όταν μια χώρα αντιμετωπίζει μια «κατάσταση ανάγκης», όπως είναι το άμεσο ενδεχόμενο μιας πτώχευσης, το διεθνές δίκαιο αναγνωρίζει στην κυβέρνηση της χώρας το δικαίωμα να αρνηθεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της έναντι των δανειστών της, προκειμένου να μη θιγούν τα δικαιώματα των πολιτών της και να μην απειληθεί η εσωτερική έννομη τάξη και ασφάλεια.
Με αυτά τα επιχειρήματα λοιπόν, το Διεθνές δικαστήριο δικαίωσε την Ελλάδα, δημιουργώντας νομικό προηγούμενο
Πηγή http://www.istorikathemata.com/
Το ερώτημα που απέφυγαν να απαντήσουν οι εισηγήτριες στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όπως αποφεύγουν καιρό τώρα να απαντήσουν και όλοι οι υποστηριχτές του μνημονίου, είναι το εξής: Όταν μια χώρα βρεθεί μπροστά στο δίλημμα να μην μπορεί να ικανοποιήσει ταυτόχρονα τις πιο βασικές και άμεσες ανάγκες της μεγάλης πλειονότητας των πολιτών της και τις απαιτήσεις των δανειστών της, τότε τι προέχει για την κυβέρνηση αυτής της χώρας; Οι ανάγκες της χώρας και των πολιτών της ή οι απαιτήσεις των δανειστών της; Η τωρινή κυβέρνηση (όπως και η προηγούμενη) απάντησε στο δίλημμα αυτό προτάσσοντας τις απαιτήσεις των δανειστών. Κι αυτό δεν είναι ούτε ηθικό ούτε δίκαιο. Κι αυτό γιατί καμία κυβέρνηση δεν νομιμοποιείται να θυσιάζει τον λαό και τη χώρα της, προκειμένου να εξυπηρετηθούν αλλότρια συμφέροντα. Όχι μόνο με βάση το Σύνταγμα και το δίκαιο της χώρας, αλλά και με βάση το διεθνές δίκαιο. Και το λέμε αυτό γιατί όταν μια χώρα αντιμετωπίζει μια «κατάσταση ανάγκης», όπως είναι το άμεσο ενδεχόμενο μιας πτώχευσης, το διεθνές δίκαιο αναγνωρίζει στην κυβέρνηση της χώρας το δικαίωμα να αρνηθεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της έναντι των δανειστών της, προκειμένου να μη θιγούν τα δικαιώματα των πολιτών της και να μην απειληθεί η εσωτερική έννομη τάξη και ασφάλεια.
Με αυτά τα επιχειρήματα λοιπόν, το Διεθνές δικαστήριο δικαίωσε την Ελλάδα, δημιουργώντας νομικό προηγούμενο
Πηγή http://www.istorikathemata.com/
http://www.zougla.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου