Τετάρτη 23 Μαρτίου 2011

Αγλωσσία, αφασία, δυσαρμονία, καχεξία

Statesmen.gr
του Στέλιου Συρμογλου
Αγλωσσία και αφασία, διαλεξία και τελικώς δυσαρμονία, είναι τα εμφανή συμπτώματα μιας καχεξίας που μαστίζει τα πάντοια στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Και η αγλωσσία διαιωνίζεται, γιατί το πρόβλημα ολίγιστοι το λαμβάνουν υπόψη.
Οι άλλοι, οι πολλοί αρκούνται στη σύγχυση που εκφράζεται δια του «κατά προσέγγιση» και που δημιουργεί την ανάγκη μιας ψευδούς σιγουριάς, η οποία εκφέρεται με το αντισταθμιστικό εκείνο «να πούμε» που ακολουθεί, στα χείλη μας, κάθε σχεδόν έννοια, κάθε κρίση, κάθε πρόταση.
Στη δυστοκία που ο ελληνικός πνευματικός κόσμος φωνασκώντας δοκιμάζει το επίπεδο του γλωσσικού οργάνου με το οποίο αρέσκεται να εκφράζεται, έχει προστεθεί από μακρού το σύνδρομο της ατελούς και βεβιασμένης επωάσεως, οφειλομένης στην αυθαιρεσία των μελών της κοινωνίας μας. Το αποτέλεσμα είναι, φυσικά, συγγενώς πάσχον. Δεν αληθεύει πως τη γλώσσα τη διαμορφώνουν οι λογοτέχνες και οι ποιητές. Αυτών η προσφορά συνιστάται στο να τη σμιλεύουν, να τη λειαίνουν. Ο ποιητής Ρακίνας υπήρξε λαμπρός ελληνιστής. Πόσοι, αλήθεια, Νεοέλληνες λογοτέχνες είναι σε θέση να καυχηθούν για την ελληνομάθειά τους, για τον σωστό και μεθοδικό τους οντολογικό και κοινωνικό προβληματισμό, τον οποίο τα έργα τους υποτίθεται ότι δηλώνουν;
Ούτε από τη λογοτεχνία ούτε, πολύ λιγότερο, από την τεχνολογία, θα ήταν δυνατόν να προέλθει η βελτίωση των ενδιαφερόντων μιας κοινωνίας, από κάθε σκοπιά, ευαίσθητης, μονάχα στο επιδερμικό. Όταν η ελληνική κοινωνία θ’ αποκτήσει ευρύτερα διαδεδομένο και συνειδητοποιημένο σοφικό δυναμισμό, τότε και μόνο υπάρχει δυνατότητα από ένα υψηλού επιπέδου καλλιεργημένο περιβάλλον, να εκπαιδεύσει τη διάνοια εκείνη που ώριμη, θα επιβάλει σ’ όλους τη σφραγίδα της μεγαλοφυΐας της, δίχως παιχνίδια και ακκισμούς, με συναίσθηση της βαρύτητας της προσφοράς της.
Προς το παρόν ο τόπος έχει περιέλθει σε κατάσταση πολιτικής αβελτερίας. Και ας περισσεύει η χαρισματικότητα σε πολλούς πολίτες, που θα μπορούσαν να πυκνώσουν τις τάξεις της πολιτικής, όλων των παρατάξεων. Αυτό που έχει για τον τόπο σημασία δεν είναι η μετάφραση στην πράξη της χαρισματικότητας σε πονηρία, ούτε σε μεθόδευση καταβολής του αντιπάλου, όπως συνήθως γίνεται στον πολιτικό στίβο. Για το λαό, όσο η πολιτική θύελλα θα εξαπολύεται από τις κορυφές για να ξεριζώνει το λαό, είναι μωρία να μιλάμε για χαρισματικότητα. Κι όσο τα «χαρίσματα» της ηγεσίας δουλεύουν για λογαριασμό της, είναι επίσης μωρία να τα επικαλείται ως προσόντα.
Η σκόπιμη, όμως, καταστροφή της γλώσσας, που οδήγησε στην πολυσημία των λέξεων άνοιξε το δρόμο του πολιτικού βερμπαλισμού. Έτσι, νικάνε οι λέξεις τις έννοιές τους, νικιέται του λαού η νοημοσύνη, μας νικάει όλους η πραγματικότητα και νικημένη κατά κράτος η ζωή μας, κρατάει την πολυτέλεια να τραγουδάει «νίκες» πολλές, των μεν κατά των δε, και σε τελευταία ανάλυση να βγαίνουμε όλοι νικητές, δηλαδή ηττημένοι. Αυτή είναι στην πράξη η πολιτική αβελτερία. Ανίκανοι οι πολλοί να κρίνουν λένε πως νικήσανε. Ανίκανοι οι λίγοι να λογοκριθούν, επιδίδονται σε μια αμετροέπεια και σε μια σύγχυση των λέξεων, που νικάει και το ύφος και το ήθος λαλούντων και αλάλων.
Κάποια χρονική στιγμή, κάτι δεν πάει καλά και στην εξουσία. Και, φυσικά, δεν ανατρέχει στις λέξεις που κατέστρεψε, ούτε στη λογοθύελλα που σάρωσε τα έργα ούτε στους νεολογισμούς που έπαψαν να σημαίνουν κάτι συγκριμένα. Παραπαίοντας η πολιτική σκέψη στο τίποτα, επιδίδεται σε αθροίσματα μωρίας. Όλοι οι Έλληνες πολιτικά έχουν αποδιοργανωθεί κι ας είναι κομματικά οργανωμένοι. Ο κάθε αστός, ο κάθε μικροαστός, στην πράξη ζωής, περνάει από τα καταστήματα που πουλάνε κονκάρδες και προβάρει χρώματα και αρώματα. Επιδερμικά και περιστασιακά πρεσβεύουν τα αλλότρια και ζούνε την αστική τους ζωή, αλλά τη βαφτίζουν διαφορετικά. Αυτό, άλλωστε, κάνει και η πολιτική ηγεσία. Αλλά λέει, αλλά κάνει, αλλιώς ζει, αλλιώς πολιτεύεται, αλλά πιστεύει, τίποτε δεν πιστεύει, αλλά προβάλλει «σύστημα προοπτικής».
Στην Ελλάδα «ευημερούν» οι λέξεις. Η υποσχημένη γαστριμαργία παλαιότερων εποχών, έγινε λεξιμαργία. Η δε λεξιλαγνεία, έμεινε χωρίς αποδέκτες. Να το πούμε πολιτική ωριμότητα; Μάλλον στομαχική απογοήτευση. Όσο οι Έλληνες θα σκεφτόμαστε με το στομάχι ωριμότητα δεν βλέπουμε. Κι όσο η ηγεσία θα λέει λεξιμαργία και θα θέλει να εννοούμε γαστριμαργία, προκοπή δεν βλέπουμε.
Το πρόβλημα διογκώνεται από τη διαπιστωμένη λεξιπενία των νέων. Από την προϊούσα απίσχναση του γλωσσικού μας οργάνου. Από την απαξίωση δηλαδή στη μνήμη του νεαρού έθνους αυτής της ιστορικής προνομίας του ελληνισμού.
Το γλωσσικό μας όργανο, που ευτύχησε να οριοθετήσει το φιλοσοφικό προβληματισμό, ασφαλώς προοδευτικά θα εκμετρήσει το ζην στο ατροφικό στόμα της νεοελληνικής απαιδευσίας. Ο τραγικός λόγος, που ιχνηλάτησε ποιητικά το ωκεάνειο βάθος του πεπρωμένου μας, θα κρεουργηθεί ποιοτικά από τους απροσδιόνυσους επιγόνους. Η στίλβουσα καλλιέπειεα της ρητορείας, η γεωμετρική συμμετρία των φιλοσοφικών ορισμών και η μετάρσια εικονοπλασία της ποίησης θα παφλάζουν ως διάλεξη περί χρωμάτων σε τυφλούς.
Πώς να ευδοκιμήσει ο εύκρατος ελληνικός λόγος στις χαμηλές θερμοκρασίες ενός απρόσωπου πολιτισμού; Ποιες ανάγκες να θεραπεύσει η εκζήτηση της εννοιολογικής ακρίβειας και της καλαίσθητης διατύπωσης; Σ’ έναν κόσμο άκρατου ποσοτικισμού και χρησιμοθηρίας, σε μια φρενίτιδα υποκατάστασης των νοητικών λειτουργιών μας από την ηλεκτρονική και το Internet, η γλώσσα αποτελεί αρνητικό μέγεθος. Και η διεστραμμένη αξιολογία ενός ματαιόσπουδου βίου, μεταγγίζεται εύκολα στα ανυπεράσπιστα παιδιά. Το κερδοσκοπικό «γίγνεσθαι» διαμορφώνει τη συνείδησή τους. Και η… έρημος ολοένα μεγαλώνει, ενώ η όρθια διανόηση της Βουκουρεστίου και των καφέ του Κολωνακίου, ρίχνει κροκοδείλια δάκρυα επί των ποταμών Βαβυλώνος για την «κατάντια» της νεολαίας…
Ένα μεγάλο μέρος των νέων πιστεύουν ότι η γλώσσα είναι μονοδιάστατη. Ότι έχει, δηλαδή, μια μόνο αξία. Τη χρηστική. Ενώ η αυταξία της, η οποία επιτρέπει την υπέρβαση προς το χώρο της ποίησης και του μη κερδοσκοπικού συλλογισμού, είναι γι’ αυτούς άγνωστη. Γι’ αυτό και οι ανυποψίαστοι νέοι αισθάνονται αυτάρκεις και «μεταμοντέρνοι» μέσα στα γλωσσικά τους ράκη, τα οποία μάλιστα διακοσμούν με φρικαλέες φραστικές επινοήσεις, με τερατώδη λεκτικά γεννήματα ενός γλωσσικού βαρβαρισμού και μιας παρανοϊκής παρασημαντικής.
Το γλωσσικό μας πρόβλημα, που αφορά τους απανταχού Έλληνες, δεν είναι μόνο πολιτικό. Είναι και πολιτιστικό. Δεν είναι θέμα εκπαίδευσης, είναι θέμα παιδείας. Κλίμακας δηλαδή αξιών. Αν ο ελληνικός λόγος πέπρωται να ζήσει αυτό θα συμβεί οψόποτε όταν στο κοινωνικό «γίγνεσθαι» ωριμάσει η απαίτηση για επανάταξη των αξιών του βίου. Όταν το αυριανό αδιέξοδο δείξει στο μηδέν. Όταν ένας πολυμέριμνος και αμαθής βίος θα καταστεί αβίωτος. Καθαρή φρεναπάτη.
Η ραδίνη, λεπτοφυής και ενιαία γλώσσα μας είναι ταυτόχρονα δυναμικό όργανο στοχασμού και διάνοιξης των πνευματικών οριζόντων. Είναι θείος όλβος που μας κάνει διάβροχους από την ευγένεια των αισθημάτων και των ιδεών της. Πρέπει, όμως, να την επιποθούμε εκ βαθέων ως η… έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων. Να προσφύγουμε αυτοπροαιρέτως στην εκλεπτυσμένη συλλογιστική της και στη συγκινησιακή της φόρτιση. Αυτός ο οικουμενικός θησαυρός μας χρειάζεται απαιτητικά ανθρώπους με γλωσσική ευφυΐα και όχι όντα με λεκτική ευήθεια. Άλλωστε, το… μετάξι θέλει τάξη κι άνθρωπο να το κοιτάξει. Κι όπως η ζωγραφική και η μουσική καλλιεργείται στους αιώνες από τις μουσόληπτες και χαρισματικές ψυχές, έτσι και η βαθύνοια της γλώσσας χρειάζεται ευάριθμους μύστες, με τους οποίους εγγράφει υποθήκη στο μέλλον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...